Πόσο εύκολο είναι να δημιουργήσεις έναν άξιο διάδοχο για ένα από τα σημαντικότερα albums της προηγούμενης δεκαετίας; Το “The Blackening” είναι ίσως ο καλύτερος δίσκος των Machine Head, γι’ αυτό ο πήχης για το “Unto the Locust” ήταν τοποθετημένος πολύ ψηλά. Οι κίνδυνοι και τα ρίσκα ήταν πολλά για το συγκρότημα, αλλά δεν φάνηκε να κωλώνει απέναντι στην πρόκληση.

Ο νέος δίσκος ακολουθεί με διακριτικό τρόπο τα βήματα του προκατόχου του, διατηρώντας το groove και τις πολύπλοκες δομές των συνθέσεων. Για τεχνική δεν χρειάζεται καν να αναφερθούμε, αφού δίνουν ρέστα. Μόνο ένα τραγούδι από το σύνολο των 7, πέφτει κάτω από τα 6 λεπτά. Τα τραγούδια είναι επικά και πολύ δυνατά, με τις κιθάρες να πρωτοστατούν.

Ξεκίνημα με το “I Am Hell (Sonata In C#)”, όπου αφού ακούσουμε μια Γρηγοριανή ψαλμωδία, μπαίνουμε για τα καλά μέσα, σε ένα κολασμένο θέμα, με ωραία riffs, και τον Rob Flynn να βγάζει φωτιές απ΄το στόμα. Οι μελωδίες εδώ είναι μεγαλοπρεπείς και το ακουστικό σημείο, παραπέμπει στο “The Blackening”. Φοβερό και το “Be Still And Know”, πιο εμπορικό για τα δεδομένα τους, με όμορφες μελωδίες και δυνατό refrain, με το εισαγωγικό riff να θυμίζει το Wasted Years των Iron Maiden. Το “Locust”, ήταν η πρώτη γεύση που είχαμε πάρει πριν από καιρό, ακούγοντάς το όμως μέσα στο σύνολο, μπορώ να πω ότι είναι ακόμα πιό γαμάτο.. Το “Τhis is the End”, είναι καρα-thrash αλα Metallica, με φρενήρη solos και ρυθμό που σε κάνει να ξεφεύγεις για τα καλά. Κάποια black στοιχεία στις κιθάρες το κάνουν ακόμη πιο βαρβάτο. Για μένα ίσως το καλύτερο κομμάτι του δίσκου. Εδώ θέλω να κάνω μνεία στον McClain, ο οποίος με το εξαιρετικό παίξιμό του στα drums, ανεβάζει επίπεδο το rhythm section. Ακολουθεί το “Darkness Within”, σε πιο mid tempo διάθεση και σαφώς πιο ήρεμο από την καταιγίδα που έχει προηγηθεί, και είναι καλοδεχούμενο στην ροή του δίσκου. Το “Pearls Before the Swine”, είναι ακόμα ένα δυνατό κομμάτι, αν και το θεωρώ το πιο αδύναμο του δίσκου. Το φινάλε του “Who We Are” είναι ότι πιο διαφορετικό έχουν γράψει, αφού τα έγχορδα και η παιδική χορωδία δίνουν μια δραματικότητα, ενώ το refrain προορίζεται για να τραγουδηθεί. Ιδιαίτερο κομμάτι που σε άλλους θα αρέσει, και σε άλλους όχι.

Γενικά το “Unto the Locust” είναι εξαιρετικό. Και δεν θα μπορούσε να είναι και κάτι άλλο, από την στιγμή που οι Machine Head μετά την θριαμβευτική τους επιστροφή με το “Through the Ashes of the Empires” και μετά, έχουν οίστρο. Έχουν αφήσει πίσω τη περίοδο που ήταν κακοί κλώνοι άλλων, και χαράζουν την δική τους πορεία, μοιάζοντας αποφασισμένοι να ταρακουνούν τα νερά, κάθε φορά που έχουν νέο δίσκο. Ο τσαμπουκάς που τους χαρακτηρίζει είναι εδώ, η αυθεντική metal αισθητική και ο ογκώδης ήχος το ίδιο, αν και αυτή την φορά η προσέγγισή τους είναι περισσότερο μελωδική. Ο Flynn ακούγεται καλύτερος από ποτέ, βελτιώνοντας ακόμα περισσότερο τα φωνητικά του.

Συμπερασματικά είναι άδικο να κάνουμε συγκρίσεις με το άπιαστο “The Blackening”, αλλά το σίγουρο είναι πως το “Unto the Locust” είναι και ποιοτικό και πωρωτικό. Εισάγει κάποια νέα στοιχεία και διατηρεί την μπάντα στα υψηλότερα επίπεδα του σκληρού ήχου, αφού παραμένει απίστευτα δημιουργική και εμπνευσμένη. Γράφουν φοβερή μουσική σαν να είναι κάτι εύκολο γι’ αυτούς. Ακόμη ένας μεγάλος δίσκος που θα φιγουράρει στα καλύτερα της χρονιάς.

Το ερχόμενο καλοκαίρι θα τους δούμε στην ακμή τους, πλάι στους μεγάλους Black Sabbath.. Δε χρειάζεται να σχολιάσω τίποτα περισσότερο!